- αυτοτομία ή αυτότμηση
- Ο ακρωτηριασμός ορισμένου μέλους του σώματος κάποιου ζώου, που οφείλεται είτε σε ανακλαστικές είτε σε βουλητικές διεργασίες του έμβιου όντος. Έχουν επισημανθεί διάφορες περιπτώσεις α., όπως αυτή που αποτελεί αμυντικό μέσο του ζώου, ή τρόπο πολλαπλασιασμού του είδους ή ακόμη φυσική μέθοδο οικονομίας. Σε πολλά είδη η α. παρατηρείται μία μόνο φορά για κάθε όργανο, γιατί η αναγέννηση που ακολουθεί καταστρέφει την ικανότητα για νέα α. Η α. είναι συνήθως διαφορετική στα διάφορα είδη ζώων. Στα πρωτόζωα εμφανίζεται ως τρόπος αναπαραγωγής όπου το διχασμένο σώμα εξελίσσεται σε δύο ανεξάρτητους οργανισμούς. Στα εχινόδερμα (αστερίες, οφίουροι κλπ.) αποτελεί αμυντικό μέσο. Μόλις δηλαδή εμφανιστεί κίνδυνος, τα ζώα αυτά αποκόπτουν έναν ή περισσότερους βραχίονες και στη θέση του παρουσιάζονται αργότερα νέοι. Στα κοιλεντερωτά η α. είναι μέσο πολλαπλασιασμού και, ταυτόχρονα, αμυντικό για τη διατήρηση του είδους. Στους δακτυλιοσκώληκες, όπως στον πλανάρια, η α. σε οποιοδήποτε μέρος του κεφαλιού ή του σώματος προκαλεί τη σταδιακή γέννηση του ζώου. Στα αρθρόποδα παρατηρείται στα μυριάποδα, τις αράχνες και τα μαλακόστρακα. Οι αστακοί και τα καβούρια, όταν χάνουν το συλληπτήριο άκρο τους, αναπτύσσουν νέο σε αντικατάστασή του. Τέλος, στα χορδωτά, η α. εμφανίζεται κυρίως στα ερπετά (σαύρες) που κόβουν την ουρά τους για να μη συλληφθούν από τους διώκτες τους. Η α. παρατηρείται και σε ορισμένα είδη τρωκτικών θηλαστικών, όπως ο απόδημος ο δασύβιος, που με την παραμικρή πίεση αποχωρίζεται η επιδερμίδα από το σώμα του και έτσι το ζώο κατορθώνει να ξεφύγει τον κίνδυνο.
Αυτοτομία και αναπαραγωγή της ουράς μιας σαύρας και ενός βραχίονα αστερία. Η αυτοτομία, ικανότητα ορισμένων ζώων να εγκαταλείπουν ένα τμήμα του σώματός τους, τους επιτρέπει κάποτε να γλιτώσουν τον θάνατο. Το όργανο που εγκαταλείπουν μπορεί να δημιουργηθεί εκ νέου.
Dictionary of Greek. 2013.